Είκοσι χρόνια επίμονων ερευνών, απέδωσαν εκπληκτικά αποτελέσματα. Ό σπουδαιότερος από τους πρωταρχικούς μύθους πού πάνω του στηρίζεται ή όλη σειρά μας (πρωταρχικός πολιτισμός, πού οι ρίζες του χάνονται στο άπειρον), ένα μελετημένο σχόλιο με εγκυκλοπαιδικούς και ιστορικούς ορισμούς, γι’ αυτό το μύθο, ένα παράξενο «σκάφος», πού μας μεταφέρει στο πρωταρχικό Αιγυπτιακό πιστεύω: του αύγου της Γεννέσεως. Οι «Ωάννες» Θεοποιήθηκαν ως Έα ή ως Enki;
Υπήρξαν οι Εβραίοι οι απ’ ευθείας κληρονόμοι της σοφίας τους; Ή την πήραν από τους απογόνους τους της φυλής των ‘Απκουλα;
Όμως ποιοί ήταν οι «Ωάννες;» Το λιγότερο πού μπορούμε να πούμε, είναι ότι τα μυστηριώδη αυτά όντα βρίσκονται πάντοτε στο επίκεντρο των μεγαλύτερων αινιγμάτων της πρωτο-αρχαϊκής ιστορίας.
Μελετώντας τα βιβλία της παγκόσμιας ιστορίας ή τα ειδικά για τους αρχαϊκούς πολιτισμούς της Μεσοποταμίας ή ορισμένες αναφορές των θρησκευτικών ιστοριών ή τις Εγκυκλοπαίδειες, βλέπουμε ότι, ή λέξη (προσφώνηση) «Ωάννες» περιορίζεται σε μια σύντομη περιγραφή. Όμως και με αυτές τις ελάχιστες συνθετικές γνώσεις μπορούμε να καταλάβουμε την σπουδαιότητα, ιστορική και μυθολογική, αυτών των αινιγματικών όντων.
Ποια είναι ή εγκυκλοπαιδική ακριβολογία της λέξεως «Ωάννες»;
1) «Ωάννις» Βαβυλωνιακή θεότητα, πού της αποδίδεται ό πρώτος εκπολιτισμός της Ασσυρίας και της Βαβυλωνίας. Κατά το θρύλο βγήκε από το πρωτόγονο Αυγό και είχε την όψη, μισού ανθρώπου και μισού ψαριού.
Θεότητα, λοιπόν, κατά μία εκδοχή ενώ κατά άλλες είναι «μια ευεργετική ιδιοφυΐα», «ένας ιδιοφυής ευεργέτης» ή απλώς «ένας ξένος».
Εδώ όμως, ίσως να νοείται, χωρίς να εκφράζεται καθαρά, ή σχέση πού πάνω της βασίζεται ή συσχέτιση των «Ωάννες» με την θεότητα Ένκι. Για την προέλευση των «Ωάννες» οι διαλέξεις πού έχουν γίνει έχουν επεκταθεί τόσο, ώστε στο κεφάλαιο μας «Ό Μεγάλος Υπό», το επιχείρημά μας να πάρει διαστάσεις χαρακτηριστικά τόσο απίστευτες, όσο και καταπληκτικές. Το «μέσο», αποδεικνύεται ένα παράξενο «σκάφος», πού σ’ αυτή την περίπτωση, μοιάζει να είναι το μυστηριώδες πρωταρχικό Αυγό, πού γι’ αυτό αφιερώσαμε το κεφάλαιο:
«Από το Κοσμικό Αυγό, στο Αυγό του Πάσχα».
2) «Ωάννις» (ή Ώις) κατά την ασσυριακή μυθολογία είναι ή Ελληνική επωνυμία, του τέρατος, στο οποίο ό θρύλος αποδίδει τον εκπολιτισμό των Χαλδαϊκών.
Ή «θεότητα», ή «ιδιοφυία», ό «ξένος» είχε λοιπόν τερατώδη όψη. Τέτοια, ώστε το πρόσωπο του, το φέρσιμο του, το ντύσιμο του, είχε για τους τότε λαούς στα μέρη, πού εμφανίσθηκε, κάτι το τρομακτικό και ασυνήθιστο.
Αν λοιπόν, του αποδόθηκε ή τιμή του εκπολιτιστή «αυτών πού ζούσαν στη Χαλδαία, ήταν γιατί, χωρίς αμφιβολία, είχε μια ανώτερη μόρφωση, από τους τότε λαούς και οπωσδήποτε θα έπρεπε να ανήκει σε ένα ανώτερο πολιτισμό ή τουλάχιστον σε μια τάξη, ιερατική, πού ήταν κληρονόμος πανάρχαιας και μεγάλης σοφίας.
Λέγεται ότι βγήκε από την Ερυθρά Θάλασσα προς τα σύνορα της Βαβυλωνίας, Όμως λόγω αποστάσεως της Χαλδαίας από την Ερυθρά θάλασσα το πιθανότερο είναι ότι ό Ωάννης είχε το σκάφος του μάλλον στον Περσικό Κόλπο, πού τα νερά του μέχρι σήμερα βρέχουν τα παράλια μιας χώρας, αγαπητής κάποτε στους Σουμέριους και στον Ένκι, θεότητα της αβύσσου, και πού κατά την παράδοση αποκάλυψε στον «Ουτναπιστίμ» τον επερχόμενο κατακλυσμό και του εδίδαξε και τον τρόπο της σωτηρίας με την κατασκευή ενός πλοίου. Το πλοίο θα ήταν ως έξη ορόφους και κάθε όροφος θα ήταν χωρισμένος σε εννέα διαμερίσματα.
Αναρωτιόμαστε λοιπόν, αν ή παρουσία των «Ωάννες» προηγήθηκε από το τέλος μιας περιόδου (εποχής) για τη γη και την ανθρωπότητα. Να ήταν άραγε αυτοί, πού έφεραν το μήνυμα της καταστροφής, οι προάγγελοι ή αυτοί πού μπορούσαν να παρακολουθήσουν το τέλος μιας περιόδου, τοποθετώντας σοφά τον κρίκο, μεταξύ της καταστροφής της πρώτης και την συνέχιση της δεύτερης περιόδου;
Θα μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι, ο «’Ωάννις» ήταν ένα ανθρωπόψαρο, ένα τέρας, πού εμφανίσθηκε μυστηριωδώς στους Βαβυλώνιους την αρχή του κόσμου, και τους φανέρωσε τα βασικά στοιχεία κάθε επιστήμης.
Δεν ήταν έμπειρος μόνο σε ορισμένες επιστήμες, αλλά ή μόρφωση του επεκτεινόταν σε όλες, δείχνοντας έτσι, ότι ήταν ανώτερος από τους τότε λαούς, πού έλαβαν τις γνώσεις του.
Ό μύθος των «Ωάννες» συνεχίσθηκε (σύμφωνα με τα γραφόμενα των Ελλήνων συγγραφέων) με άλλες παρόμοιες εμφανίσεις, στη μυθική περίοδο της Βαβυλωνίας, δηλαδή κατά την περίοδο των δέκα προκατακλυσμιαίων βασιλέων, που ή σημερινή κριτική τείνει να συνταυτίσει με τους δέκα Βιβλικούς Πατριάρχες.
Όλα αυτά επικυρώνουν τον πληθυντικό αριθμό του τίτλου του κεφαλαίου μας και όσα είπαμε πριν, ότι, δηλαδή, οι «Ωάννες» ήταν παρόντες σε μια ανθρωπότητα πού περίμενε στη περιοχή της Χαλδαίας, μια καταστροφή φοβερή, και ότι οι πρώτοι Πατριάρχες, πού αναφέρονται στη Βίβλο, δεν ήταν ασφαλώς άσχετοι με τον εκπολιτιστικό ρόλο αυτών των όντων, των οποίων ή ανώτερη τάξη της Εβραϊκής Φυλής ήταν ίσως ή κληρονόμος. Ή ίδια λέξη «Ωάννες» δεν παρουσιάζεται στο βιβλικό ιερό κείμενο. Μερικοί ασσυριολόγοι όμως υποθέτουν ότι, υπάρχει κάποια αρχική σχέση ανάμεσα στους τέσσερεις, πού αναφέρονται στην Βίβλο δηλαδή του Αδάμ—Νώε—Αβραάμ και Μωυσή και στις Χαλδαϊκές Παραδόσεις. Εξ άλλου μιλήσαμε παλαιότερα σε προηγούμενα κεφάλαια μας, (Ενώχ, ό Μεγάλος Απών) για τη σχέση των προσφωνήσεων, πού μας μεταφέρουν στον ίδιο μύθο πάλι: «Ένώχ – Ένο – “Ωεν – Ώάν – Ωάννες» και αντιπαραβάλλουμε τις εβραϊκές προσφωνήσεις «Ωάννες – Ιωάννες – Ιωνάς – Ιωάννης».
3) Στο σημείο αυτό, δεν μπορούμε να μη επαναλάβουμε όσα αναφέραμε προηγουμένως σχετικά με την ερευνά μας για τους «Ωάννες», όταν μάλιστα τα θέματα είναι παρμένα από ένα σπάνιο γαλλικό σύγγραμμα «Memoriale de l’ Accademie des Inscriptions». (Υπόμνημα της Ακαδημίας των Γραφών).
Το παρακάτω κείμενο είναι πιστή αντιγραφή.
«Τέρας μισό άνθρωπος και μισό ψάρι, πού καταγόταν από την Ερυθρά Θάλασσα, και βγήκε από το Αρχέγονο Αυγό. Από αυτό το αυγό προήλθαν και όλα τα άλλα όντα». Πρέπει εδώ να πούμε ακόμα ότι ένα Αυγό, πού από μέσα του βγήκαν διάφορα όντα, μας κάνει να φαντασθούμε ότι δεν διαφέρει και πολύ από την Κιβωτό του Νώε, γιατί οποιοδήποτε ζωντανό είδος μόνο, όταν ζευγαρωνόταν μπορούσε να αναπαραχθεί και να πολλαπλασιασθεί σε ένα μέρος ιδανικό για τη ζωή του και την συνέχιση του είδους του. Και επειδή κατά τους Αρχαίους Αιγυπτίους, αυτό το Αυγό θεωρείτο Κοσμικό η Κοσμογονικό με άποψη βιολογική, δεν αποκλείεται να εννοούσαν, ότι ήταν κάποιο διαστημόπλοιο πού προερχόταν από το αχανές διάστημα. Μετά από όλα όσα αναφέραμε είναι ακατανόητο πώς οι «Ωάννες» εμφανίσθηκαν ταυτοχρόνως στην Ερυθρά Θάλασσα και στη Βαβυλωνία, ενώ το πιθανότερο είναι, ότι ή εμφάνιση τους έγινε μάλλον στον Περσικό Κόλπο. Στο ίδιο έργο αναφέρεται ακόμη ότι είχε δύο κεφαλές μια ανθρώπινη και μια ψαριού και ότι ή ανθρώπινη κεφαλή ήταν κάτω από τη κεφαλή του ψαριού. Στην ουρά του ψαριού, ήταν προσκολλημένα δύο πόδια ανθρώπινα και το Ον είχε ανθρώπινη φωνή και ομιλία.
Αλλά, ας προσέξουμε ιδιαίτερα την περιγραφή για τις δύο κεφαλές. Μας προτρέπει να σκεφθούμε μια στολή πού μόνο ένας ιστοριολόγος της εποχής μας θα μπορούσε να ερμηνεύσει, Αυτό το τέρας βρισκόταν ανάμεσα στους ανθρώπους της εποχής εκείνης και τους δίδασκε τα πρώτα γράμματα, τις επιστήμες, τις τέχνες την ανέγερση ναών, το κτίσιμο πόλεων, τους νόμους, πώς να σπέρνουν και να θερίζουν. Με λίγα λόγια, όλα όσα ήταν αναγκαία για να καλυτερέψουν τη ζωή τους.
Αν το όν αυτό, πού ήταν φυσιολογικά διαφορετικό από εμάς, δεν διατρεφόταν μπροστά στους τότε ανθρώπους, τούτο μπορεί να εξηγηθεί από το ότι θα πρέπει να είχε κάποια ουσιώδη διαφορά. Όσο για τη μόρφωση του, αυτή θα πρέπει να ήταν πλατιά και να κάλυπτε όλους τους τομείς. «Κατά τη δύση του ήλιου, το όν γύριζε στη θάλασσα και διανυκτέρευε κάτω από τα νερά». Αργότερα εμφανίσθηκαν και άλλα ομοιοειδή όντα, πού το μυστικό τους υποσχέθηκε να φανερώσει ο Μπερόζο, αλλά δεν διασώθηκε καμιά εξήγηση, για το μύθο αυτό.
Χωρίς αμφιβολία, έχει μεγάλη σημασία ή λεπτομέρεια του μύθου του «Ωάννις» πού περνάει τη νύκτα του όχι κοντά στους ανθρώπους αλλά στο σκάφος του (το αυγό). Ένα σκάφος βέβαια πολύ διαφορετικό από τα πλεούμενα της εποχής εκείνης. Ό πληθυντικός αριθμός του «Ωάννες» λογικά μας κάνει να σκεφθούμε πολλά όντα, πού είχαν αρχαίες γνώσεις. Ή προέλευση αυτών των γνώσεων παραμένει μέσα στο πιο βαθύ μυστήριο προ πάντων για τα όσα λίγα περιγράφονται τόσο για το σκάφος, όσο και για το μέρος πού εμφανιζόταν. Το όν συμπεριφερόταν με ασυνήθιστο φέρσιμο και εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν ξαφνικά στην ιστορία των πρώτων πολιτισμών (Ωάννες ή ‘Οες λένε οι σοφοί ότι στη ασσυριακή διάλεκτο σημαίνει Ξένος), και πραγματικά σαν ξ έ ν ο ς συμπεριφέρθηκε, ώστε να μη δείχνει ούτε πώς τρώει ή τί τρώει, ούτε πώς κοιμάται. Περιοριζόταν απλά στα ουσιώδη καθήκοντα του να διδάσκει τους πρώτους ανθρώπους.
Γι’ αυτόν το θρύλο διαβάζουμε ακόμα στο σπάνιο αυτό έργο «Ήρθε κάποτε από τη θάλασσα ένας «ξένος», πού έδωσε στους Χαλδαϊκούς τις αρχές του πολιτισμού». “Ίσως να ήταν σκεπασμένος από το κεφάλι ως τα πόδια με λέπια ψαριού. Κάθε βράδυ, έμπαινε στο σκάφος του. Μέσα σ’ αυτό έτρωγε, χωρίς να τον βλέπει κανείς. Όσον αφορά στο Πρωταρχικό Αυγό, πού από μέσα του έβγαινε, ή ονομασία του έχει σχέση με την ελληνική λέξη Ώόν=Αυγό, πού από την ονομασία αυτή προήλθε ή προσφώνηση του σε Ωάν – Ωάννες.
Στην εποχή του Μπεριόζο, δεν μπορούσε να υπάρξει άλλη διευκρίνηση για το μέσον, πού έφερε το τέρας, από το Αυγό. Έτσι, ώστε Αυγό και Σκάφος να σημαίνει ένα και το αυτό πράγμα. Από κει άλλωστε προήλθε και το όνομα του Ώον (Ώάννες). Όπως θα δούμε στη συνέχεια δόθηκαν πολλά και διάφορα ονόματα σ’ αυτά τα μυστηριώδη όντα.
4) Η Βρετανική Εγκυκλοπαίδεια αναφέρει την προσφώνηση «Ωάννες» (ακόμη Γιάννες – Γιουχάννες – Γιουνάν) και ακριβολογεί ότι, «Στή Βαβυλωνική Μυθολογία ό Μπερόζο ονομάζει έτσι ένα μυθικό όν, πού δίδαξε στους ανθρώπους τις επιστήμες. Αυτό το όν είναι ό ίδιος ό θεός Έα παρ’ όλο πού δεν μπορούν να συσχετισθούν τα δύο ονόματα», θα πρέπει όμως να εξετάσουμε και την πιθανότητα αν Ωάν – Έα – Ένκι, από ορισμένες ιδιότητες τους, μπορούμε να πιστοποιήσουμε ότι ό Έα ή ό Ένκι είναι ή θεοποίηση αυτών των ίδιων των Ωάννες.
Ο Μπερόζο μας λέγει στην περιγραφή του ότι ήταν ένα όν με σώμα ψαριού αλλά με ανθρώπινη όψη, όσον αφορά στο κάτω μέρος του σώματος του. ’Η εξήγηση της περιγραφής αυτής είναι σαφής: δεν νοείται ένα όν να είναι ανθρώπινο μόνο από τη μέση και κάτω, αλλά υπαινίσσεται δίχως άλλο ένα ολόκληρο ανθρώπινο σώμα (έναν άνθρωπο) κάτω από μια στολή λεπιδωτή ίσως και γλοιώδη φαινομενικώς, ώστε να θυμίζει στους Σουμέριους και τους Άσσυρο – Βαβυλώνιους τόσο το ψάρι όσο και το φίδι. Δεν πρέπει να είναι χωρίς νόημα και ή αναφορά της ίδιας Εγκυκλοπαίδειας όπου όταν αναφέρεται στις μέσο-Ανατολικές περιγραφές και μυθολογίες, μας θυμίζει και τους μύθους των Μεταμορφώσεων, πού εκκρίθηκαν ανάλογοι, δηλαδή σχετικοί με τις Σειρήνες και τη «Λατρεία του Όφεως». —«Κατοικεί στον Περσικό Κόλπο (Ερυθρά θάλασσα), διαβάζουμε εν συνεχεία, «και την ήμερα βγαίνει από τα ύδατα και μεταδίνει στους ανθρώπους γνώσεις γραφής, τέχνης και διάφορες επιστήμες». Για τον εκπαιδευτικό του ρόλο είπαμε πολλά, (σ’ αυτούς ίσως πρέπει να προσθέσουμε ότι οφείλουμε το σύστημα γραφής και το αλφάβητο). Ή προέλευση τους είναι πιο σαφής καθώς υποστηρίζουμε και εμείς. Ή πρωινή τους ανάδυση από τα νερά επιβεβαιώνει ακόμη περισσότερο τη Μπεροζική ιδέα για ένα «Ωάννι», πού περνάει τη νύκτα του κάτω από το νερό. Το σκάφος του, λοιπόν, ήταν κάτι πού έμοιαζε σαν «αυγό υποβρύχιο», πού για να μπει μέσα ό «Ωάννις» έπρεπε ίσως να φορέσει σκάφανδρο; Γιατί όμως να υπάρχει τόσο μυστήριο γύρω από το σκάφος του; Μήπως γιατί έπρεπε να προστατευθεί το όν από τη φυσική άλλωστε «περιέργεια των τότε ανθρώπων, ώστε να μη του δημιουργηθούν «δυσκολίες», σε ότι για το ίδιο ήταν «το μόνο μέσο ζωής» και ίσως «ή σιγουριά της επιστροφής», από εκεί από όπου τόσο αναπάντεχα ήρθε ο «Ωάννις» ή οι «Ωάννες»;
Όλα αυτά όμως είναι υποθέσεις και ερωτηματικά πού μας κάνουν να βλέπουμε το γεγονός σχεδόν τόσο απίστευτο, ώστε σ’ εκείνη την μακρινή προϊστορική περίοδο να παίρνει διαστάσεις απλησίαστες για τις ανθρώπινες γνώσεις. Μπορούμε όμως να πούμε ότι, ό λεγόμενος «Ξένος» ήταν αρκετά δημοφιλής, αν κρίνουμε από τα πολυάριθμα επίθετα, πού του είχαν δώσει. Π.χ. Ανέκδοτος – Ώδακον – Ευεδόκους – Ένεύγαμος – Ενεύουλος – Ανέμενδος. Μεταξύ των ανατολιστών μερικοί υποστηρίζουν ότι, ό εκπληκτικός πολιτισμός των Σουμερίων οφείλεται κατά μέγα μέρος στον λατρευτικό του χαρακτήρα, (θρησκευτικό) πού διδάχτηκαν από τις «περιοδικές επισκέψεις αμφιβίων όντων, πού έφερναν τη γνώση», (Οι Ωάννες – τους οποίους λάτρευαν σα θεούς). Αυτός όμως, πού περισσότερο από όλους συνέβαλε στο να διατηρηθεί ο μύθος του από τον 3ο π,Χ. αιώνα ως σήμερα, είναι ό Χαλδαϊκός ιστορικός Μπερόζο, πού εκτός από εξαίρετος Αστρονόμος και Μάντης ήταν και Ιερέας, ίσως απόγονος της αρχαίας εκείνης τάξεως των επτά σοφών από τους ίδιους τους «Ωάννες» πού ονομάσθηκαν «ΑΠΚΑΛΟΥ».
Υπήρξαν οι Εβραίοι οι απ’ ευθείας κληρονόμοι της σοφίας τους; Ή την πήραν από τους απογόνους τους της φυλής των ‘Απκουλα;
Όμως ποιοί ήταν οι «Ωάννες;» Το λιγότερο πού μπορούμε να πούμε, είναι ότι τα μυστηριώδη αυτά όντα βρίσκονται πάντοτε στο επίκεντρο των μεγαλύτερων αινιγμάτων της πρωτο-αρχαϊκής ιστορίας.
Μελετώντας τα βιβλία της παγκόσμιας ιστορίας ή τα ειδικά για τους αρχαϊκούς πολιτισμούς της Μεσοποταμίας ή ορισμένες αναφορές των θρησκευτικών ιστοριών ή τις Εγκυκλοπαίδειες, βλέπουμε ότι, ή λέξη (προσφώνηση) «Ωάννες» περιορίζεται σε μια σύντομη περιγραφή. Όμως και με αυτές τις ελάχιστες συνθετικές γνώσεις μπορούμε να καταλάβουμε την σπουδαιότητα, ιστορική και μυθολογική, αυτών των αινιγματικών όντων.
Ποια είναι ή εγκυκλοπαιδική ακριβολογία της λέξεως «Ωάννες»;
1) «Ωάννις» Βαβυλωνιακή θεότητα, πού της αποδίδεται ό πρώτος εκπολιτισμός της Ασσυρίας και της Βαβυλωνίας. Κατά το θρύλο βγήκε από το πρωτόγονο Αυγό και είχε την όψη, μισού ανθρώπου και μισού ψαριού.
Θεότητα, λοιπόν, κατά μία εκδοχή ενώ κατά άλλες είναι «μια ευεργετική ιδιοφυΐα», «ένας ιδιοφυής ευεργέτης» ή απλώς «ένας ξένος».
Εδώ όμως, ίσως να νοείται, χωρίς να εκφράζεται καθαρά, ή σχέση πού πάνω της βασίζεται ή συσχέτιση των «Ωάννες» με την θεότητα Ένκι. Για την προέλευση των «Ωάννες» οι διαλέξεις πού έχουν γίνει έχουν επεκταθεί τόσο, ώστε στο κεφάλαιο μας «Ό Μεγάλος Υπό», το επιχείρημά μας να πάρει διαστάσεις χαρακτηριστικά τόσο απίστευτες, όσο και καταπληκτικές. Το «μέσο», αποδεικνύεται ένα παράξενο «σκάφος», πού σ’ αυτή την περίπτωση, μοιάζει να είναι το μυστηριώδες πρωταρχικό Αυγό, πού γι’ αυτό αφιερώσαμε το κεφάλαιο:
«Από το Κοσμικό Αυγό, στο Αυγό του Πάσχα».
2) «Ωάννις» (ή Ώις) κατά την ασσυριακή μυθολογία είναι ή Ελληνική επωνυμία, του τέρατος, στο οποίο ό θρύλος αποδίδει τον εκπολιτισμό των Χαλδαϊκών.
Ή «θεότητα», ή «ιδιοφυία», ό «ξένος» είχε λοιπόν τερατώδη όψη. Τέτοια, ώστε το πρόσωπο του, το φέρσιμο του, το ντύσιμο του, είχε για τους τότε λαούς στα μέρη, πού εμφανίσθηκε, κάτι το τρομακτικό και ασυνήθιστο.
Αν λοιπόν, του αποδόθηκε ή τιμή του εκπολιτιστή «αυτών πού ζούσαν στη Χαλδαία, ήταν γιατί, χωρίς αμφιβολία, είχε μια ανώτερη μόρφωση, από τους τότε λαούς και οπωσδήποτε θα έπρεπε να ανήκει σε ένα ανώτερο πολιτισμό ή τουλάχιστον σε μια τάξη, ιερατική, πού ήταν κληρονόμος πανάρχαιας και μεγάλης σοφίας.
Λέγεται ότι βγήκε από την Ερυθρά Θάλασσα προς τα σύνορα της Βαβυλωνίας, Όμως λόγω αποστάσεως της Χαλδαίας από την Ερυθρά θάλασσα το πιθανότερο είναι ότι ό Ωάννης είχε το σκάφος του μάλλον στον Περσικό Κόλπο, πού τα νερά του μέχρι σήμερα βρέχουν τα παράλια μιας χώρας, αγαπητής κάποτε στους Σουμέριους και στον Ένκι, θεότητα της αβύσσου, και πού κατά την παράδοση αποκάλυψε στον «Ουτναπιστίμ» τον επερχόμενο κατακλυσμό και του εδίδαξε και τον τρόπο της σωτηρίας με την κατασκευή ενός πλοίου. Το πλοίο θα ήταν ως έξη ορόφους και κάθε όροφος θα ήταν χωρισμένος σε εννέα διαμερίσματα.
Αναρωτιόμαστε λοιπόν, αν ή παρουσία των «Ωάννες» προηγήθηκε από το τέλος μιας περιόδου (εποχής) για τη γη και την ανθρωπότητα. Να ήταν άραγε αυτοί, πού έφεραν το μήνυμα της καταστροφής, οι προάγγελοι ή αυτοί πού μπορούσαν να παρακολουθήσουν το τέλος μιας περιόδου, τοποθετώντας σοφά τον κρίκο, μεταξύ της καταστροφής της πρώτης και την συνέχιση της δεύτερης περιόδου;
Θα μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι, ο «’Ωάννις» ήταν ένα ανθρωπόψαρο, ένα τέρας, πού εμφανίσθηκε μυστηριωδώς στους Βαβυλώνιους την αρχή του κόσμου, και τους φανέρωσε τα βασικά στοιχεία κάθε επιστήμης.
Δεν ήταν έμπειρος μόνο σε ορισμένες επιστήμες, αλλά ή μόρφωση του επεκτεινόταν σε όλες, δείχνοντας έτσι, ότι ήταν ανώτερος από τους τότε λαούς, πού έλαβαν τις γνώσεις του.
Ό μύθος των «Ωάννες» συνεχίσθηκε (σύμφωνα με τα γραφόμενα των Ελλήνων συγγραφέων) με άλλες παρόμοιες εμφανίσεις, στη μυθική περίοδο της Βαβυλωνίας, δηλαδή κατά την περίοδο των δέκα προκατακλυσμιαίων βασιλέων, που ή σημερινή κριτική τείνει να συνταυτίσει με τους δέκα Βιβλικούς Πατριάρχες.
Όλα αυτά επικυρώνουν τον πληθυντικό αριθμό του τίτλου του κεφαλαίου μας και όσα είπαμε πριν, ότι, δηλαδή, οι «Ωάννες» ήταν παρόντες σε μια ανθρωπότητα πού περίμενε στη περιοχή της Χαλδαίας, μια καταστροφή φοβερή, και ότι οι πρώτοι Πατριάρχες, πού αναφέρονται στη Βίβλο, δεν ήταν ασφαλώς άσχετοι με τον εκπολιτιστικό ρόλο αυτών των όντων, των οποίων ή ανώτερη τάξη της Εβραϊκής Φυλής ήταν ίσως ή κληρονόμος. Ή ίδια λέξη «Ωάννες» δεν παρουσιάζεται στο βιβλικό ιερό κείμενο. Μερικοί ασσυριολόγοι όμως υποθέτουν ότι, υπάρχει κάποια αρχική σχέση ανάμεσα στους τέσσερεις, πού αναφέρονται στην Βίβλο δηλαδή του Αδάμ—Νώε—Αβραάμ και Μωυσή και στις Χαλδαϊκές Παραδόσεις. Εξ άλλου μιλήσαμε παλαιότερα σε προηγούμενα κεφάλαια μας, (Ενώχ, ό Μεγάλος Απών) για τη σχέση των προσφωνήσεων, πού μας μεταφέρουν στον ίδιο μύθο πάλι: «Ένώχ – Ένο – “Ωεν – Ώάν – Ωάννες» και αντιπαραβάλλουμε τις εβραϊκές προσφωνήσεις «Ωάννες – Ιωάννες – Ιωνάς – Ιωάννης».
3) Στο σημείο αυτό, δεν μπορούμε να μη επαναλάβουμε όσα αναφέραμε προηγουμένως σχετικά με την ερευνά μας για τους «Ωάννες», όταν μάλιστα τα θέματα είναι παρμένα από ένα σπάνιο γαλλικό σύγγραμμα «Memoriale de l’ Accademie des Inscriptions». (Υπόμνημα της Ακαδημίας των Γραφών).
Το παρακάτω κείμενο είναι πιστή αντιγραφή.
«Τέρας μισό άνθρωπος και μισό ψάρι, πού καταγόταν από την Ερυθρά Θάλασσα, και βγήκε από το Αρχέγονο Αυγό. Από αυτό το αυγό προήλθαν και όλα τα άλλα όντα». Πρέπει εδώ να πούμε ακόμα ότι ένα Αυγό, πού από μέσα του βγήκαν διάφορα όντα, μας κάνει να φαντασθούμε ότι δεν διαφέρει και πολύ από την Κιβωτό του Νώε, γιατί οποιοδήποτε ζωντανό είδος μόνο, όταν ζευγαρωνόταν μπορούσε να αναπαραχθεί και να πολλαπλασιασθεί σε ένα μέρος ιδανικό για τη ζωή του και την συνέχιση του είδους του. Και επειδή κατά τους Αρχαίους Αιγυπτίους, αυτό το Αυγό θεωρείτο Κοσμικό η Κοσμογονικό με άποψη βιολογική, δεν αποκλείεται να εννοούσαν, ότι ήταν κάποιο διαστημόπλοιο πού προερχόταν από το αχανές διάστημα. Μετά από όλα όσα αναφέραμε είναι ακατανόητο πώς οι «Ωάννες» εμφανίσθηκαν ταυτοχρόνως στην Ερυθρά Θάλασσα και στη Βαβυλωνία, ενώ το πιθανότερο είναι, ότι ή εμφάνιση τους έγινε μάλλον στον Περσικό Κόλπο. Στο ίδιο έργο αναφέρεται ακόμη ότι είχε δύο κεφαλές μια ανθρώπινη και μια ψαριού και ότι ή ανθρώπινη κεφαλή ήταν κάτω από τη κεφαλή του ψαριού. Στην ουρά του ψαριού, ήταν προσκολλημένα δύο πόδια ανθρώπινα και το Ον είχε ανθρώπινη φωνή και ομιλία.
Αλλά, ας προσέξουμε ιδιαίτερα την περιγραφή για τις δύο κεφαλές. Μας προτρέπει να σκεφθούμε μια στολή πού μόνο ένας ιστοριολόγος της εποχής μας θα μπορούσε να ερμηνεύσει, Αυτό το τέρας βρισκόταν ανάμεσα στους ανθρώπους της εποχής εκείνης και τους δίδασκε τα πρώτα γράμματα, τις επιστήμες, τις τέχνες την ανέγερση ναών, το κτίσιμο πόλεων, τους νόμους, πώς να σπέρνουν και να θερίζουν. Με λίγα λόγια, όλα όσα ήταν αναγκαία για να καλυτερέψουν τη ζωή τους.
Αν το όν αυτό, πού ήταν φυσιολογικά διαφορετικό από εμάς, δεν διατρεφόταν μπροστά στους τότε ανθρώπους, τούτο μπορεί να εξηγηθεί από το ότι θα πρέπει να είχε κάποια ουσιώδη διαφορά. Όσο για τη μόρφωση του, αυτή θα πρέπει να ήταν πλατιά και να κάλυπτε όλους τους τομείς. «Κατά τη δύση του ήλιου, το όν γύριζε στη θάλασσα και διανυκτέρευε κάτω από τα νερά». Αργότερα εμφανίσθηκαν και άλλα ομοιοειδή όντα, πού το μυστικό τους υποσχέθηκε να φανερώσει ο Μπερόζο, αλλά δεν διασώθηκε καμιά εξήγηση, για το μύθο αυτό.
Χωρίς αμφιβολία, έχει μεγάλη σημασία ή λεπτομέρεια του μύθου του «Ωάννις» πού περνάει τη νύκτα του όχι κοντά στους ανθρώπους αλλά στο σκάφος του (το αυγό). Ένα σκάφος βέβαια πολύ διαφορετικό από τα πλεούμενα της εποχής εκείνης. Ό πληθυντικός αριθμός του «Ωάννες» λογικά μας κάνει να σκεφθούμε πολλά όντα, πού είχαν αρχαίες γνώσεις. Ή προέλευση αυτών των γνώσεων παραμένει μέσα στο πιο βαθύ μυστήριο προ πάντων για τα όσα λίγα περιγράφονται τόσο για το σκάφος, όσο και για το μέρος πού εμφανιζόταν. Το όν συμπεριφερόταν με ασυνήθιστο φέρσιμο και εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν ξαφνικά στην ιστορία των πρώτων πολιτισμών (Ωάννες ή ‘Οες λένε οι σοφοί ότι στη ασσυριακή διάλεκτο σημαίνει Ξένος), και πραγματικά σαν ξ έ ν ο ς συμπεριφέρθηκε, ώστε να μη δείχνει ούτε πώς τρώει ή τί τρώει, ούτε πώς κοιμάται. Περιοριζόταν απλά στα ουσιώδη καθήκοντα του να διδάσκει τους πρώτους ανθρώπους.
Γι’ αυτόν το θρύλο διαβάζουμε ακόμα στο σπάνιο αυτό έργο «Ήρθε κάποτε από τη θάλασσα ένας «ξένος», πού έδωσε στους Χαλδαϊκούς τις αρχές του πολιτισμού». “Ίσως να ήταν σκεπασμένος από το κεφάλι ως τα πόδια με λέπια ψαριού. Κάθε βράδυ, έμπαινε στο σκάφος του. Μέσα σ’ αυτό έτρωγε, χωρίς να τον βλέπει κανείς. Όσον αφορά στο Πρωταρχικό Αυγό, πού από μέσα του έβγαινε, ή ονομασία του έχει σχέση με την ελληνική λέξη Ώόν=Αυγό, πού από την ονομασία αυτή προήλθε ή προσφώνηση του σε Ωάν – Ωάννες.
Στην εποχή του Μπεριόζο, δεν μπορούσε να υπάρξει άλλη διευκρίνηση για το μέσον, πού έφερε το τέρας, από το Αυγό. Έτσι, ώστε Αυγό και Σκάφος να σημαίνει ένα και το αυτό πράγμα. Από κει άλλωστε προήλθε και το όνομα του Ώον (Ώάννες). Όπως θα δούμε στη συνέχεια δόθηκαν πολλά και διάφορα ονόματα σ’ αυτά τα μυστηριώδη όντα.
4) Η Βρετανική Εγκυκλοπαίδεια αναφέρει την προσφώνηση «Ωάννες» (ακόμη Γιάννες – Γιουχάννες – Γιουνάν) και ακριβολογεί ότι, «Στή Βαβυλωνική Μυθολογία ό Μπερόζο ονομάζει έτσι ένα μυθικό όν, πού δίδαξε στους ανθρώπους τις επιστήμες. Αυτό το όν είναι ό ίδιος ό θεός Έα παρ’ όλο πού δεν μπορούν να συσχετισθούν τα δύο ονόματα», θα πρέπει όμως να εξετάσουμε και την πιθανότητα αν Ωάν – Έα – Ένκι, από ορισμένες ιδιότητες τους, μπορούμε να πιστοποιήσουμε ότι ό Έα ή ό Ένκι είναι ή θεοποίηση αυτών των ίδιων των Ωάννες.
Ο Μπερόζο μας λέγει στην περιγραφή του ότι ήταν ένα όν με σώμα ψαριού αλλά με ανθρώπινη όψη, όσον αφορά στο κάτω μέρος του σώματος του. ’Η εξήγηση της περιγραφής αυτής είναι σαφής: δεν νοείται ένα όν να είναι ανθρώπινο μόνο από τη μέση και κάτω, αλλά υπαινίσσεται δίχως άλλο ένα ολόκληρο ανθρώπινο σώμα (έναν άνθρωπο) κάτω από μια στολή λεπιδωτή ίσως και γλοιώδη φαινομενικώς, ώστε να θυμίζει στους Σουμέριους και τους Άσσυρο – Βαβυλώνιους τόσο το ψάρι όσο και το φίδι. Δεν πρέπει να είναι χωρίς νόημα και ή αναφορά της ίδιας Εγκυκλοπαίδειας όπου όταν αναφέρεται στις μέσο-Ανατολικές περιγραφές και μυθολογίες, μας θυμίζει και τους μύθους των Μεταμορφώσεων, πού εκκρίθηκαν ανάλογοι, δηλαδή σχετικοί με τις Σειρήνες και τη «Λατρεία του Όφεως». —«Κατοικεί στον Περσικό Κόλπο (Ερυθρά θάλασσα), διαβάζουμε εν συνεχεία, «και την ήμερα βγαίνει από τα ύδατα και μεταδίνει στους ανθρώπους γνώσεις γραφής, τέχνης και διάφορες επιστήμες». Για τον εκπαιδευτικό του ρόλο είπαμε πολλά, (σ’ αυτούς ίσως πρέπει να προσθέσουμε ότι οφείλουμε το σύστημα γραφής και το αλφάβητο). Ή προέλευση τους είναι πιο σαφής καθώς υποστηρίζουμε και εμείς. Ή πρωινή τους ανάδυση από τα νερά επιβεβαιώνει ακόμη περισσότερο τη Μπεροζική ιδέα για ένα «Ωάννι», πού περνάει τη νύκτα του κάτω από το νερό. Το σκάφος του, λοιπόν, ήταν κάτι πού έμοιαζε σαν «αυγό υποβρύχιο», πού για να μπει μέσα ό «Ωάννις» έπρεπε ίσως να φορέσει σκάφανδρο; Γιατί όμως να υπάρχει τόσο μυστήριο γύρω από το σκάφος του; Μήπως γιατί έπρεπε να προστατευθεί το όν από τη φυσική άλλωστε «περιέργεια των τότε ανθρώπων, ώστε να μη του δημιουργηθούν «δυσκολίες», σε ότι για το ίδιο ήταν «το μόνο μέσο ζωής» και ίσως «ή σιγουριά της επιστροφής», από εκεί από όπου τόσο αναπάντεχα ήρθε ο «Ωάννις» ή οι «Ωάννες»;
Όλα αυτά όμως είναι υποθέσεις και ερωτηματικά πού μας κάνουν να βλέπουμε το γεγονός σχεδόν τόσο απίστευτο, ώστε σ’ εκείνη την μακρινή προϊστορική περίοδο να παίρνει διαστάσεις απλησίαστες για τις ανθρώπινες γνώσεις. Μπορούμε όμως να πούμε ότι, ό λεγόμενος «Ξένος» ήταν αρκετά δημοφιλής, αν κρίνουμε από τα πολυάριθμα επίθετα, πού του είχαν δώσει. Π.χ. Ανέκδοτος – Ώδακον – Ευεδόκους – Ένεύγαμος – Ενεύουλος – Ανέμενδος. Μεταξύ των ανατολιστών μερικοί υποστηρίζουν ότι, ό εκπληκτικός πολιτισμός των Σουμερίων οφείλεται κατά μέγα μέρος στον λατρευτικό του χαρακτήρα, (θρησκευτικό) πού διδάχτηκαν από τις «περιοδικές επισκέψεις αμφιβίων όντων, πού έφερναν τη γνώση», (Οι Ωάννες – τους οποίους λάτρευαν σα θεούς). Αυτός όμως, πού περισσότερο από όλους συνέβαλε στο να διατηρηθεί ο μύθος του από τον 3ο π,Χ. αιώνα ως σήμερα, είναι ό Χαλδαϊκός ιστορικός Μπερόζο, πού εκτός από εξαίρετος Αστρονόμος και Μάντης ήταν και Ιερέας, ίσως απόγονος της αρχαίας εκείνης τάξεως των επτά σοφών από τους ίδιους τους «Ωάννες» πού ονομάσθηκαν «ΑΠΚΑΛΟΥ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου