Στην σημερινή μου ομιλία θα αναφερθώ στις τελετές μύσης στην αρχαιότητα, οι οποίες λάμβαναν χώρα σε υπόγειες κρύπτες και σπήλαια. Αρχικά θα κάνω μία σύντομη αναφορά στα ανθρωπολογικά και ψυχολογικά στοιχεία των μυητικών τελετών, αλλά και στα«εργαλεία» που χρησιμοποιούαν σε αυτές ώστε να επιτευχθεί ο πνευματικός θανάτος και η «αναγέννηση» του μύστη. Τα εργαλεία αυτά δεν ήταν άλλα από τον μύθο, και τα σύμβολα. Στην συνέχεια θα γίνει μία προσπάθεια αποσυμβολισμού γνωστών αρχαιοελληνικών αρχετυπικών μύθων.
Θα ξεκινήσω αναφέροντας εν τάχει ανθρωπολογικά και ψυχολογικά στοιχεία, σχετικά με τις μυητικές τελετές.
Στις πρωτόγονες κοινωνίες δια μέσω της μυήσεως γίνονταν δεκτοί στην φυλή οι νέοι και οι νέες που ενηλικιώνονταν.
Μέσα από το τελετουργικό της μυήσεως τα νεαρά μέλη της φυλής που ενηλικιώνονταν, υποβάλλονταν σε μυητικές τελετές που ως στόχο είχαν την αποδοχή εκ μέρους τους των ηθών, των εθίμων και των παραδόσεων της τοπικής κοινωνίας στην οποίαν ανήκαν, και κατόπιν αυτού, στην αμοιβαία αποδοχή τους από το κοινωνικό σύνολο.
Οι μυήσεις απαιτούσαν την απομάκρυνση για ένα χρονικό διάστημα από την οικογενειακή εστία, και στη σκληραγώγηση των νέων μέσω ενός αυστηρού τρόπου ζωής. Αυτό αποσκοπούσε στο να αποβάλλουν την παιδική τους άγνοια και μυηθούν στη γνώση, μαθαίνοντας να αντιμετωπίζουν μόνοι τους τις δυσκολίες της ζωής και να επιβιώνουν σε δυσμενείς συνθήκες.
Ο μυούμενος καλούταν μέσα από τις ιερές τελετουργίες να αποδεχθεί τους ιερούς και απαράβατους νόμους και κανόνες της φυλής, και αφού αποδείκνυε την αξία του, στο τέλος «πέθαινε» για να «ξαναγεννηθεί» ως ισότιμο και ενήλικο μέλος της φυλής.
Κάθε τελετουργικό μετάβασης σύμφωνα με τον Arnold van Gennep χαρακτηρίζεται από τρία στάδια. Πρώτο είναι το στάδιο του «αποχωρισμού», κατά το οποίο το άτομο αποστασιοποιείται από το σύνολο όπου ανήκε ή την ταυτότητα που είχε ως τότε. Έπειτα το άτομο υπεισέρχεται σε μια διαδικασία «μετάβασης» από το προηγούμενο στάδιο της ζωής του στο νέο. Εν τέλει το άτομο βρίσκεται στο τρίτο στάδιο της «ενσωμάτωσης» ή «ένταξης», κατά τη διάρκεια του οποίου γίνεται μέλος του νέου τρόπου ζωής του. Έτσι, το άτομο μεταβαίνει από κάτι παλαιό, σε κάτι ενδιάμεσο και τέλος σε κάτι νέο.
Κατά τον ίδιο τρόπο στα αρχικά στάδια της εξέλιξης του, ο άνθρωπος ως έμβρυο και στην συνέχεια βρέφος, ασυνείδητα περνά από τρία μυητικά στάδια που τον προετοιμάζουν να ενταχθεί για πρώτη φορά στο σκληρό εξωτερικό περιβάλλον. Αρχικά αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σκοτάδι και τη παραδείσια μακαριότητα της μήτρας της μητέρας του η οποία του παρέχει ότι χρειάζεται, (παραπέμπει στο σκότος και στα σπήλαια), και στην συνέχεια με την γέννηση του αγωνίζεται και μοχθεί να εγκλιματιστεί στις νέες σκληρές εξωτερικές συνθήκες.
Το σοκ είναι μεγάλο, (δοκιμασίες των μυητικών τελετών) δεν επιθυμεί την έξοδο του από την μήτρα της «μακαριότητας», όμως εντέλει υπακούοντας στο κάλεσμα της φύσης και του προορισμού του, βγάζει τα τελευταία υγρά από τους πνεύμονες του, καθώς αναπνέει πια αέρα, γευόμενος για πρώτη φορά το γάλα από τον μαστό της μητέρας του. Ανήκει πλέον σε μια οικογένεια, σε μία χώρα, στην ανθρωπότητα…
Αυτό είναι το πρώτο ακούσιο τελετουργικό μετάβασης, καθορισμένο και οργανωμένο από την ίδια τη φύση. Kάπως έτσι ξεκινά για όλους μας το επίπονο ταξίδι της ζωής.
Κατά τον ίδιο τρόπο, τα «μυστήρια» αφορούσαν ιερουργίες και δρώμενα σε σκοτεινά σπήλαια φυσικά ή τεχνητά και ναούς υπό άκρα μυστικότητα, κατ’ αντιστοιχία της γυναικείας μήτρας. Για αυτό τον λόγο, οι ιεροί αυτοί χώροι- κρύπτες θα έπρεπε να βρίσκονται μέσα στην Γαία, την Δήμητρα, την τροφό του ανθρώπου και της Φύσεως. Εκεί όπου και το υλικό σώμα τελικά θα αποσυντεθεί στα στοιχεία εξ όσων αρχικά συνετέθη.
Εκεί τελούνταν αλληγορικές αναπαραστάσεις υπό τον μύθο κάποιας Θεότητας που συνήθως πέθαινε και αναγεννιόταν, συμβολίζοντας το πεπρωμένο της ψυχής μετά θάνατον, αλλά ταυτοχρόνως και την ενότητα που συνδέει όλα τα όντα.
Η μυητική διαδικασία αποσκοπούσε στην διεύρυνση της συνείδησης, ώστε να κατανοηθεί ο εαυτός του στην ολότητα του, και η πραγματική θέση του ανθρώπου στο σύμπαν. Ένα σύμπαν που καταστρέφεται (πεθαίνει) και δημιουργείται (ανασταίνεται) αέναα.
Αυτό επιτυγχανόταν δια μέσω μίας «έκτακτης και εκστατικής εμπειρίας μετάβασης» από το υλικό στο πνευματικό πεδίο, η οποία ενδυναμώνονταν μέσω της κατάλυσης του ισχυρότερου ανθρώπινου φόβου, του θανάτου. Υπάρχουν πολλοί επιθετικοί προσδιορισμοί για τον άνθρωπο, αλλά ο πλέον καίριος είναι ότι ο άνθρωπος είναι θνητός. Και τούτο δεν σημαίνει απλώς πως ο άνθρωπος πεθαίνει, αλλά ότι ο άνθρωπος ζει γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Το ζώο ζει μη γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Η διαφορά είναι μεταξύ πνεύματος και φύσεως.
Η μυητική βιωματική εμπειρία του θανάτου κατ’ αντιστοιχία του κύκλου των εποχών του θανάτου και της αναγέννησης, ενίσχυε την αρχέγονη παράδοση που θεωρούσε ότι τα πάντα στον κόσμο αλληλοσυνδέονται ως μέρη μιας και μοναδικής ουσίας με ομογενή ποιότητα και σύσταση (Αρχαίες πεποιθήσεις που συναντούν σήμερα, τα πορίσματα της κβαντικής φυσικής). Ο συμβολικός, «μυητικός Θάνατος» σε ένα τέτοιο επίπεδο αποτελεί μια «Π- ύλη», το πέρασμα από την ύλη στο πνεύμα την ‘μήτρα’ όλων των όντων .
Η διαδικασία αυτή υπερέβαινε την καθημερινή γνωστική λειτουργία, για αυτό τον λόγο είχε ανάγκη από ειδικά εργαλεία:
Τα σύμβολα, τις εικόνες, τον μύθο. Θα σταθώ για λίγο εδώ στον μύθο ως μυητικό εργαλείο, καθώς οι μυθικές αναπαραστάσεις κατείχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις μυητικές μυσταγωγίες.
Ο μύθος λειτουργεί ως μία πρωτόγονη φιλοσοφία στην πιο ακατέργαστη μορφή του, σε μία εποχή που η ανθρωπότητα αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως μία ολότητα. Είναι η προφορική μετάδοση της συλλογικής μνήμης, της εμπειρίας και της γνώσης σε μία εποχή που ακόμα οι ανθρώπινες κοινότητες δεν έχουν αναπτύξει την φιλοσοφία και τις επιστήμες.
Η μετάδοση της γνώσης είναι εξαιρετικά σημαντική για την συνέχεια της κοινότητας.Έτσι για να είναι θελκτική και κατανοητή από τα νεαρότερα μέλη της κοινότητας, δημιουργείται ο μύθος καθώς η δύναμη των εικόνων είναι ισχυρότερη του λόγου.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, οι μυθολογικές αναφορές εμπεριέχουν διαχρονικά αρχετυπικά σύμβολα και αλήθειες, τα οποία εάν κάποιος καταφέρει να τα αποσυμβολίσει, τότε ο μύθος γίνεται η «π – ύλη» για μία άλλη οπτική της ιστορίας της ανθρωπότητας και του συλλογικού ασυνείδητου.
Δεν είναι φυσικά τυχαίο ο πως η λέξη «μύθος» σχετίζεται γλωσσικά με τη ρίζα μυ – απ’ όπου οι λέξεις μύω, μυώ, μύστης, μυστήριο κ.ά.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι μύθοι είναι άμεσα συνδεδεμένοι με μαγικές τελετές και τελετουργίες, χρησιμοποιώντας εντέχνως κοινά αρχετυπικά σύμβολα και εικόνες, οι οποίες περιγράφουν αρχέγονες δυνάμεις και μορφές που αντιπροσωπεύουν καθολικές αξίες.
Έτσι σύμφωνα με τον Πρόκλο:
«..Ότι οι μύθοι επιδρούν και στους πολλούς το δείχνουν οι τελετές. Αυτές πράγματι, χρησιμοποιώντας τους μύθους, με σκοπό να κλείσουν μέσα τους την απόρρητη αλήθεια σχετικά με τους θεούς, αποβαίνουν για τις ψυχές αιτίες της ταύτισης αισθημάτων με τα δρώμενα κατά τρόπο άγνωστο σε εμάς και θεϊκό. Έτσι άλλοι από αυτούς που μετέχουν στις ιερές τελετές καταπλήσσονται κυριευμένοι από το θεϊκό δέος , ενώ άλλοι που προσαρμόζουν την διάθεση τους προς τα ιερά σύμβολα και εξέρχονται από τον εαυτό τους, τοποθετούνται στην περιοχή των θεών και ευφορούνται από το πνεύμα τους. Και σε κάθε περίπτωση, τα επόμενα αυτών γένη, που είναι ανώτερα από εμάς, βάσει της εναρμόνισης και οικειότητας τους προς τέτοιου είδους σύμβολα, μας υψώνουν δια της συμπαθείας μέσω αυτών στους θεούς».
Αλλά και στην σύγχρονη ψυχολογία για τον Carl Jung , η θρησκεία και ο μύθος αποτελούν αντανάκλαση της εσωτερικής μας πραγματικότητας, καθώς όπως χαρακτηριστικά αναφέρει:
«Οι μύθοι έχουν ένα ζωτικό νόημα. Δεν αναπαριστούν απλά, αλλά είναι η ψυχική ζωή της πρωτόγονης φυλής… Η μυθολογία μιας φυλής είναι η ζωντανή της θρησκεία… Η θρησκεία είναι ένας ζωντανός κρίκος με τις ψυχικές διαδικασίες που λειτουργούν ανεξάρτητα και πέρα από τη συνείδηση, μέσα στα σκοτεινά βάθη της ψυχής».
Το σύμβολο από την άλλη είναι «η τέχνη του σκέπτεσθαι με εικόνες». Μέσα από το απέραντο φάσμα των συμβόλων με τα οποία ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή, υπάρχει μία σχετικά μικρή, αλλά ιδιαίτερα σημαντική κατηγορία που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ζωή της ανθρωπότητας.
Πρόκειται για τα σύμβολα – αρχέτυπα τα οποία αφορούν την κοινή πνευματική κληρονομιά της ανθρωπότητας η οποία ενυπάρχει στο συλλογικό της ασυνείδητο, και περιέχει μνήμες αρχαίων εμπειριών του ανθρώπινου είδους, οι οποίες συχνά αναδύονται στα όνειρα, σε φαντασιώσεις, σε οράματα αλλά και μέσα από συμπτώματα-συμπλέγματα, στην αρχαία μυθολογία, και στις λαϊκές παραδόσεις.
Ο Πλάτωνας αναφέρθηκε σε αυτά ως τις ‘Ιδέες’. Αναφέρθηκα όμως στο συλλογικό ασυνείδητο, όπου ενυπάρχουν τα σύμβολα. Τι είναι το συλλογικό ασυνείδητο;
Σύμφωνα με τον Carl Jung το Συλλογικό ασυνείδητο είναι η περιοχή της ψυχής που είναι κατά πολύ αρχαιότερη από την προσωπική ζωή του ατόμου. Το Συλλογικό ασυνείδητο είναι σαν μια βάση δεδομένων που χρειάστηκε αιώνες για να συγκροτηθεί, αλλά συνοδεύει πλέον κάθε ανθρώπινη ύπαρξη.
Για τον Jung τα αρχέτυπα αντιπροσωπεύουν ένα αχανές απόθεμα προγονικής γνώσης για τις βαθιές σχέσεις μεταξύ θεού, ανθρώπου και σύμπαντος. Τα αρχέτυπα ήταν πάντα και είναι ζωντανές ψυχικές δυνάμεις που απαιτούν να εκληφθούν σοβαρά, διότι από πάντα ήταν φορείς προστασίας και σωτηρίας και η παράβασή τους έχει σαν συνέπεια τους «κινδύνους της ψυχής».
Ας δούμε υπό αυτό το πρίσμα, τι συμβολίζει για παράδειγμα ο υπόγειος λαβύρινθος καιoπαράξενος κάτοικος του, ο Μινώταυρος.
Θα ξεκινήσω με τον Λαβύρινθο και με τον συμβολισμό του. Ο Λαβύρινθος συμβολίζει το υποσυνείδητο, και τις ανεξερεύνητες όψεις και δυνατότητες του Νου. Ένας κόσμος σκοτεινός, άγνωστος, φοβερός, και ανεξερεύνητος. Εάν κάποιος προσπαθήσει να εισέλθει εκεί απροετοίμαστος, θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα «τέρας» τον Μινώταυρο, ο οποίος συμβολίζει τα πρωτόγονα και ανεξέλεγκτα ένστικτα του ανθρώπου.
Η λέξη Λαβύρινθος προέρχεται από την λέξη «λάβρυς», που σημαίνει διπλός πέλεκυς. Ο διπλός πέλεκυς είναι ένα σεληνιακό σύμβολο που συνδέεται με την μαγεία. Ο διπλός πέλεκυς σχετίζεται επίσης με την Ερμητική Αρχή της Πολικότητας: “Τα πάντα είναι διπλά. Καθετί έχει το αντίθετό του. Στα άκρα συναντώνται όλες οι αλήθειες…”. Ο άνθρωπος στην νοητική του λειτουργία έχει μάθει να λειτουργεί , να κατανοεί και να ερμηνεύει τον κόσμο, μέσω της σύνδεσης και σύγκρισης με τα αντίθετα φαινόμενα. Καλό/κακό, Μαύρο/άσπρο, θετικό/αρνητικό, άντρας/γυναίκα, ζέστη/κρύο κ.λπ. Γεγονός που εκφράστηκε σε δύο πολύ γνωστά μας σύμβολα, το Γιν και το γιάνκ, και το κηρύκειο του Θεού Ερμή.
Ας περάσουμε στον μύθο τον σχετικό με τον Λαβύρινθο και τον Μινώταυρο. Σύμφωνα με τον μύθο, η σύζυγος του Μίνωα Πασιφάη ερωτεύτηκε τον ταύρο τον οποί είχε κάνει δώρο ο Θεός Ποσειδώνας στον Μίνωα. Ο Ποσειδώνας ζήτησε από το Μίνωα να θυσιάσει αυτόν τον ταύρο στον ίδιο. Ο Μίνωας όμως αντί για αυτόν θυσίασε έναν άλλο ταύρο, ελπίζοντας ότι ο θεός δε θα το προσέξει. Ο Ποσειδώνας όμως κατάλαβε τι είχε γίνει, εξοργίστηκε, και έκανε τη γυναίκα του Μίνωα Πασιφάη να ερωτευτεί τον ταύρο. Η Πασιφάη δεν μπορούσε να ικανοποιήσει το πάθος της και ζήτησε βοήθεια από το μηχανικό Δαίδαλο. Αυτός κατασκεύασε ένα κενό ομοίωμα αγελάδας, η Πασιφάη μπήκε μέσα σε αυτό και ο ταύρος ξεγελάστηκε και ζευγάρωσε μαζί της. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Μινώταυρος.
Ο Μινώταυρος όπως και όλα τα τερατόμορφα όντα στην μυθολογία εκπροσωπούν τα ζωώδη πάθη, τις ψυχικές αδυναμίες, ελαττώματα, διαστροφές και φοβίες, που διαλύονται όταν έρθουν στο φως του Ήλιου, όταν δηλαδή φωτισθούν τα αίτια τους από την εσωτερική γνώση (Ήλιος – Απόλλωνας ), την μύηση δηλαδή, «το πνευματικό φώς», το οποίο περιγράφεται ως ήλιος του μεσονυκτίου.
Στην προσπάθεια αυτή αφύπνισης , δίχως τη δύναμη «μετουσίωσης της συνείδησης» (στο οποία θα αναφερθώ παρακάτω *) ο μύστης κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στις κατώτερες όψεις της ύλης, που σχετίζονται με τα πάθη και τη σεξουαλικότητα, όπως περιγράφεται και στον μύθο, όταν η Πασιφάη ερωτεύεται τον ταύρο του Ποσειδώνα.
Όπως γνωρίζουμε καταλυτικό ρόλο στην προσπάθεια του Θησεά να σκοτώσει τον Μινώταυρο, διαδραμάτισε η (Άρι= πολύ αδνή= αγνή σκέψη) η οποία του εξασφαλίζει τον δρόμο εξόδου από τον Λαβύρινθο μετά την επιτυχία του. Ίσως λοιπόν ο Κρητικός Λαβύρινθος να υπήρξε μια μυητική τελετή καθόδου και της επακόλουθης ανόδου από τον Κάτω Κόσμο, μια τελετουργική διαδικασία θανάτου των παθών και αναγέννησης σε ένα ανώτερο πνευματικό και συνειδησιακό επίπεδο. Ήταν εκείνη που οδηγούσε τον μυούμενο στον θάνατο και εκείνη που του δίδασκε τον τρόπο για να επιστρέψει!
Αυτό ίσως ενισχύεται από το γεγονός πως ο Μινώταυρος λεγόταν και Αστέριος (Σε απεικονίσεις παρουσιάζεται με το σώμα του διάστικτο από άστρα).
Με το ίδιο αυτό όνομα προσφωνούνταν και ο Διόνυσος σαν αγόρι και παιδί των μυστηρίων. Ο Διόνυσος φαίνεται να ταυτίζεται στην ουσία του με τον Μινώταυρο. Γενικότερα όπου η Μινωική επιρροή υπήρξε έντονη, ο Διόνυσος λατρευόταν ξεκάθαρα ως ταύρος.
Σκοτώνοντας ο Θησέας τον Μινώταυρο, νίκησε τον προηγούμενο «εαυτό του» και αφού πέρασε το κατώφλι του θανάτου, αντίκρισε τον Αστέριο, τον Θείο/Διονυσιακό αναγεννημένο στην υπέρτατη γνώση εαυτό του με τη μορφή του ουράνιου, συμπαντικού παιδιού. Έτσι -πάντα υπό την καθοδήγηση της Αριάδνης αναδύθηκε ένας νέος ολοκληρωμένος άνθρωπος.
Αφού ο Θησέας σκότωσε τον Μινώταυρο, πήρε μαζί του την Αριάδνη που τον βοήθησε, αλλά περνώντας από τη Νάξο την εγκαταλείπει, εφόσον εκεί τελείται «Ιερός Γάμος» της Αριάδνης με τον Διόνυσο.
Ιστορικά είναι προφανές πως ο μύθος περιγράφει επίσης ένα μεταίχμιο εποχής, καθώς ο Μινώταυρος είναι εκπρόσωπος ενός μητριαρχικού και «χθόνιου» ιερατείου, και τον κόσμο του άλλου «έτερου» κόσμου, της μαγείας και των αόρατων δυνάμεων της Σελήνης, καθώς τα κέρατα του συμβολίζουν το φεγγάρι.
Πεθαίνει από τον Θησέα, ο οποίος εκπροσωπεί το πατριαρχικό Ολύμπιο ιερατείο, και την θέση του παίρνει ο Θεός της έκστασης Διόνυσος που κάνει γυναίκα του την «αγνή κόρη-παρθένα». Ο Διόνυσος όμως είναι ταυτόχρονα και χθόνιος Θεός. Από τις πρώτες ζωομορφικές μορφές του Διονύσου την πρώτη θέση κατέχει ο Ταύρος. Στις «Βάκχες» ο Χορός τον αποκαλεί σαν ταύρο, και ο Πενθέας τον βλέπει να έρχεται σαν ταύρος.
Πιο πάνω έκανα αναφορά για την «μετουσίωση της συνείδησης» η οποία επιτυγχανόταν δια μέσου της μύησης. Ας δούμε λοιπόν πως η γλαύκα της Αθηνάς συνδέεται με τις μυσταγωγικές τελετές και την αντίστοιχη συνειδησιακή ‘μεταστοιχείωση’ του ανθρώπου.
Η κουκουβάγια όπως όλοι γνωρίζουμε είναι ένα νυχτόβιο πτηνό το οποίο έχει εξαιρετική όραση. Η Γλαύκα κατ’ αυτόν τον τρόπο συμβολίζει την σοφία που επιτυγχάνεται με την «εις εαυτόν διείσδυση» όπως αναφέρει σχετικά ο Πλωτίνος, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μακριά από το φως της ημέρας και την φασαρία, όταν ο άνθρωπος απομονώνεται από το περιβάλλον. Για αυτό τον λόγο λέγεται πως : «η γλαύκα της Αθηνάς πετάει μόλις η μέρα γείρει προς την δύση της…».
Δεν είναι φυσικά καθόλου τυχαίο, πως οι μυήσεις κατά την διάρκεια των μυστηριακών τελετών γινόταν πάντα νύχτα, και κάτω από το φως των δαυλών.
Ας εξετάσουμε τώρα τι σημαίνει η «σοφία», η οποία συνδέεται άμεσα με την Θεά Αθηνά. Η «σοφία» αφορά όχι μία απλή γνωστική διαδικασία, αλλά την ‘μετουσίωση’ της γνώσης σε βίωμα, αρετή πνευματικότητα και εν τέλη σε μία αρμονική στάση ζωής. Ο Πλάτωνας αποκαλύπτει σχετικά:
«H σοφία δεν μπορεί να διατυπωθεί με το λόγο, όπως άλλες γνώσεις, αλλά, μέσα από μακρόχρονη κοινή αναζήτηση της ουσίας του πράγματος και την αδιάκοπη απασχόληση με το πρόβλημα, ξαφνικά, σαν το φως που ανάβει από μια σπίθα, γεννιέται στην ψυχή, και υστέρα τρέφεται μόνη της.»
Ιδού επίσης ο λόγος για τον οποίο όλα τα μυστήρια τελούνταν στο σκότος, με απώτερο σκοπό την αποκάλυψη του φωτός του Ήλιου του μεσονυχτίου, τον πνευματικό ήλιο («Ιερόν Πυρ» ή «Ιερόν Αθάνατον Πυρ») , το οποίο αναγεννούσε τον άνθρωπο καθιστώντας τον αυτόφωτο όπως ο Ήλιος, και όχι ετερόφωτος, που απλά αντανακλά γνώμες και γνώσεις άλλων.
Ο Απούλιος αναφέρει σχετικά με την «Θέα του Φωτός του Μεσονυκτίου», κατά την μύηση του στα μυστήρια του Διονύσου, όπου πέρασε τις πύλες του Άδη:
«… Επλησίασα τα όρια του θανάτου, επέρασα το κατώφλιον της Περσεφόνης, ωχήθην επί όλων των στοιχείων και επέστρεψα επί της γης. Είδα τον ήλιον να λάμπη με το απαστράπτον λευκόν φως του κατά το μεσονύκτιον και προσήγγισα τους άνω και τους κάτω θεούς και προσηυχήθην προς αυτούς πρόσωπον προς πρόσωπον …. Ο ήλιος του μεσονυχτίου ! Ο ήλιος ο διαπερνών τα σκότη και φωτίζων μέσα εις την νύχτα! Ο ήλιος ο σώζων αλλά και ο κατακεραυνώνων».
Στην Πολιτεία αναφέρει πως η αληθινή (φιλο) σοφία είναι η περιαγωγή της ψυχής από μια νυχτερινή ημέρα σε μια αληθινή, δηλαδή είναι επάνοδος στο αληθινό Ον. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο αληθινός (φιλό) σοφός λοιπόν, από άποψη αρχής, είναι αυτός που έχει ως αποστολή να μεταστρέψει την ψυχή, από την ημερήσια νύχτα της στον αληθινό της φωτισμό: να την επαναφέρει στην αρχέγονη οντολογική της βάση, σε εκείνο τον τόπο, όπου βασιλεύει η φρόνηση και η δύναμη.
Μια τέτοια μεταστροφή όμως δεν γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη, ‘σαν να στρίβεις ένα όστρακο’, αλλά είναι μια ανηφορική και συγχρόνως ανοδική οδός. Ανηφορική και κουραστική οδός είναι η φιλοσοφική παίδευση του ανθρώπου, έτσι ώστε η ίδια η ψυχή του να ενεργοποιεί τον καλύτερο εαυτό της, να φωτίζεται και να φωτίζει: να κατευθύνεται «εἰς τὸ ὂν καὶ τοῦ ὂντος τὸ φαινότατον».
Ιδού λοιπόν για ποιό λόγο η νυχτόβια γλαύκα συμβολίζει την σοφία. Η σοφία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μακριά από το φως της ημέρας και την φασαρία, όταν ο άνθρωπος απομονώνεται από το φυσικό περιβάλλον του, προσπαθώντας να ανακαλύψει την πραγματική υπόσταση των πραγμάτων, και να έρθει σε επαφή με την Θεία του υπόσταση. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πλωτίνος :
….«Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να απομακρυνθούμε από όλα τα εξωτερικά, στραμμένοι ολοκληρωτικά προς τα μέσα. Καμία κλίση προς τα έξω, το σύνολο των πραγμάτων πρέπει να αγνοηθεί. Η ψυχή τότε δεν θα δει τον θεό να εμφανίζεται ξαφνικά μέσα της, διότι δεν υπάρχει τίποτα πια που να τους χωρίζει, καθώς τότε δεν υπάρχουν δύο. Ο ορών είναι ένα με το ορώμενο, δεν είναι όραμα αλλά ένωση. Και τότε η ψυχή δεν έχει πια συνείδηση πως βρίσκεται μέσα σε ένα σώμα, ούτε πως ο εαυτός της έχει κάποια ταυτότητα…
…(..) …Πολλάκις αφυπνισθείς από την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν μέσα στο σώμα μου και εισελθών στον ίδιο τον εαυτό μου, αποξενώνομαι από κάθε τι άλλο. Μέσα στο εσώτερο είναι μου βλέπω μία θαυμάσια ομορφιά, που με πείθει για την υπέροχη μοίρα που με αναμένει. Η δραστηριότητα του πνεύματος μου βρίσκεται στο ύψιστο σημείο. Είμαι ένα με τον Θεό, εδράζομαι σε αυτόν ευρισκόμενος υπεράνω κάθε νοητού. Έπειτα όμως, από την ανάπαυση μου σε αυτόν, αφού κατεβώ στον χώρο του λογισμού και η ψυχή μου επανεισέλθει στο σώμα, απορώ πως «πότε και νύν» ήταν δυνατόν να κατέλθω, και πως η ψυχή μπορούσε να εισέλθει στο σώμα, αφού είναι αυτή που μου αποκαλύφθηκε (κατά την έκσταση μου)…
…(…)…Δεν είναι γνωστό από πού ήρθε το ΦΩΣ, από έξω ή από μέσα», και όταν έπαυσε να βλέπει το φως εξηγεί:
..(…)..Ήταν λοιπόν μέσα και ωστόσο όχι μέσα. Δεν πρέπει να ερωτηθεί από πού ήρθε. Δεν υπάρχει ένα ‘από πού’, επειδή ούτε ήρθε ούτε έφυγε, αλλά εμφανίστηκε και εξαφανίστηκε. Για αυτό δεν είναι ανάγκη να το εξαναγκάσει, αλλά πρέπει να περιμένει σιωπηλός έως ότου εμφανιστεί και να προετοιμαστεί για να το δει, όπως το βλέμμα περιμένει την ανατολή του ήλιου»..
Ιδού επίσης ο λόγος για τον οποίο όλα τα μυστήρια τελούνταν στο σκότος, με απώτερο σκοπό την αποκάλυψη του φωτός του Ήλιου του μεσονυχτίου, τον πνευματικό ήλιο («Ιερόν Πυρ» ή «Ιερόν Αθάνατον Πυρ») , το οποίο αναγεννούσε τον άνθρωπο καθιστώντας τον αυτόφωτο όπως ο Ήλιος, και όχι ετερόφωτος, που απλά αντανακλά γνώμες και γνώσεις άλλων.
Ο Απούλιος αναφέρει σχετικά με την «Θέα του Φωτός του Μεσονυκτίου», κατά την μύηση του στα μυστήρια του Διονύσου, όπου πέρασε τις πύλες του Άδη:
«… Επλησίασα τα όρια του θανάτου, επέρασα το κατώφλιον της Περσεφόνης, ωχήθην επί όλων των στοιχείων και επέστρεψα επί της γης. Είδα τον ήλιον να λάμπη με το απαστράπτον λευκόν φως του κατά το μεσονύκτιον και προσήγγισα τους άνω και τους κάτω θεούς και προσηυχήθην προς αυτούς πρόσωπον προς πρόσωπον …. Ο ήλιος του μεσονυχτίου ! Ο ήλιος ο διαπερνών τα σκότη και φωτίζων μέσα εις την νύχτα! Ο ήλιος ο σώζων αλλά και ο κατακεραυνώνων».
Ως επίλογο θα αναφέρω πως οι μυθολογίες και οι συμβολισμοί σε όλους τους πολιτισμούς είναι ένας ολόκληρος κόσμος εννοιών και αρχετυπικών αληθειών. Η μελέτη τους μπορεί να μας αποκαλύψει αστρολογικές, θρησκευτικές, επιστημονικές, ψυχολογικές και ιστορικές αλήθειες, αρκεί να «ξεκλειδώσουμε» τους συμβολισμούς τους. Αξίζει τον κόπο να ερευνήσουμε με σεβασμό και με επιμονή τις μυθολογίες που μπορεί να μας οδηγήσουν στην αποκάλυψη ότι ακόμη και σήμερα, τα άχρονα και υπερβατικά αρχέτυπα, ζουν και μας εμπνέουν για να δημιουργήσουμε έναν πιο αρμονικό, φυσικό και ανθρωπιστικό κόσμο.
Οι μύθοι εξάλλου ποτέ δεν έπαψαν να κεντρίζουν το ενδιαφέρον του ανθρώπου, απλά μετασχηματίζονται ανάλογα με τα ιστορικά και κοινωνικά δεδομένα κάθε εποχής…
Κάποια πράγματα όμως παραμένουν διαχρονικά. Μπορεί να βγήκαμε πρίν από χιλίαδες χρόνια από τις σπηλίες, αλλά οι σπηλίες δεν έχουν βγεί από «μέσα» μας..
Οι ίδιοι φόβοι και ανησυχίες μας καταδιώκουν…
Ομιλία μου στον χώρο του ΙΧΩΡ, 10/01/2015, ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΑ
http://mythagogia.blogspot.gr/2015/01/blog-post_96.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου